Συχνά, υπάρχει το ερώτημα από πού πήραν τ'όνομα τους ή από πότε τις λέμε.Να,λοιπόν,οι απαντήσεις σ'αυτό το ερώτημα για κάποιες πασίγνωστες φράσεις.
Tου έβαλε τα δυο πόδια σ’ ένα παπούτσι
Όλοι οι αυτοκράτορες του Βυζαντίου, ως διασκεδαστές,είχαν στα παλάτια τος διάφορους νάνους τους <<τζουτζέδες>> . Οι «τζουτζέδες»- ήταν παντοδύναμοι.Μπορούσαν να καταδικάσουν σε θάνατο ή ν’ ανεβάσουν στα ψηλότερα αξιώματα, όποιον ήθελαν! Μόνο έκαναν ένα πολύ σοβαρό παράπτωμα τρεις φορές, τιμωρούνταν με μια εξαιρετικά περίεργη τιμωρία. Τους έβαζαν τα δυο πόδια μέσα σ'ένα παπούτσι και τους άφηναν να κυκλοφορούν, χοροπηδώντας. Η τιμωρία αυτή κρατούσε από τέσσερις μέχρι έξι μήνες. Στο τέλος, ο νάνος δεν μπορούσε να κρατήσει περισσότερο το αφάνταστο αυτό μαρτύριο και έπεφτε στα πόδια του αυτοκράτορα, για να του ζητήσει έλεος.
Είναι μια έκφραση που προέρχεται από την αρχαία Ελλάδα. O Αγησίλαος αγαπούσε υπερβολικά τα παιδιά του. Ki όταν αυτά ήταν μικρά, έπαιζε μαζί τους μέσα στο σπίτι, καβαλώντας, σαν σε άλογο, ένα καλάμι. Κάποια μέρα όμως, τον είδε ένας φίλος του έτσι. Ο Αγησίλαος τον παρακάλεσε να μην το πει σε κανέναν. Όμως, εκείνος δεν κράτησε το λόγο του και το είπε σε πάρα πολλούς οι οποίοι το είπαν σ'άλλους και πήγε λέγοντας. Αλλά τώρα πια το λέμε όταν θέλουμε να πούμε για κάποιον ότι πήραν τα μυαλά του αέρα. Βέβαια, στην πάροδο των χρόνων άλλαξε η ερμηνεία του, τότε το έλεγαν για να πουν κάποιον τρελό ή χαζό.
Από τα αρχαιότατα χρόνια και ως το Μεσαίωνα, η άμυνα μιας χώρας εναντίον των επιδρομέων, ήταν, κυρίως, τα τείχη που την κύκλωναν. . Κάποια στιγμή ο Ναρσής τοποθέτησε σ'αυτά μερικούς μυστικούς σωλήνες από κεραμόχωμα, που έφταναν, χωρίς να φαίνονται, ως κάτω στα υπόγεια, τις φυλακές της εποχής. Όταν κάποιος βρισκόταν πάνω στις επάλξεις του πύργου μπορούσε ν’ ακούσει από μέσα από τους σωλήνες, ό,τι έλεγαν οι αιχμάλωτοι, που ήταν κλεισμένοι εκεί.Ήταν ένα είδος «μικρόφωνου» για την εποχή του.Τα έλεγαν «ωτία».Επειδή,λοιπόν, κάποτε κάποιος αιχμάλωτος-προφανώς-κατάλαβε ότι μπορούσαν να ακούσουν τις συζητήσεις του γνωστοποίησε αυτή τη φράση.
Στη βυζαντινή εποχή, αυτός που κρατούσε τα κλειδιά του παλατιού ονομάζονταν Παπίας. .. Ωστόσο με τον καιρό, το όνομα αυτό έγινε τιμητικός τίτλος, που δινόταν σε διάφορους έμπιστους αυλικούς. Ο Πάπιας είχε το δικαίωμα να κάθεται στο ίδιο τραπέζι με τον αυτοκράτορα, να κουβεντιάζει μαζί του και να διασκεδάζει τον διασκεδάζει. Κάποτε -όταν αυτοκράτορας ήταν ο Βασίλειος Β’- Παπίας του παλατιού έγινε ο Ιωάννης Χανδρινός, ένας ύπουλος και ψεύτης άνθρωπος. Από τη στιγμή που έγινε Παπίας, άρχισε να τους συκοφαντεί όλους -ακόμη και τον αδελφό του Συμεώνα- στον αυτοκράτορα. Έτσι, κατάντησε να τον φοβούνται οι πάντες. Όταν κανείς του παραπονιόταν πως τον αδίκησε, ο Χανδρινός προσποιούταν τον έκπληκτο και τα μάτια του δάκρυζαν, δήθεν και του 'λεγε: – «Είσαι ο καλύτερος μου φίλος. Πώς θα μπορούσα να πω κάτι τέτοιο στον αυτοκράτορα;»και άλλα παρόμοια ψέματα. Από τότε έλεγαν σ'όποιον υποκρινόταν ότι κάνει τον Παπία.Έτσι στις μέρες μας το λέμε με τη διαφορά πως λέμε αντί για τον Παπία, την πάπια.
Ο κροκόδειλος όταν θέλει να ξεγελάσει το θύμα του, κρύβεται πίσω από κανένα βράχο ή δέντρο κι αρχίζει να βγάζει κάτι ήχους ολόιδιους με κλάμα μωρού παιδιού. . Έτσι, αυτοί που τον ακούν, νομίζουν ότι πρόκειται για κανένα παιδάκι που χάθηκε και τρέχουν να το βοηθήσουν… Ο κροκόδειλος επιτίθεται τότε, ξαφνικά και κάνει τη δουλειά του.
Πολύ παλιά, τα πλοία αρμένιζαν με πανιά ή με κουπιά. Οι κωπηλάτες, οι περισσότεροι ήταν συνήθως κατάδικοι , με σκοτεινό παρελθόν και τους ονόμαζαν κατεργάρηδες επειδή ήταν στα κάτεργα.(παλιά).Τότε χρησιμοποιούσαν τη φράση :«Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του». ως διαταγή για να καθίσουν και πάλι στα κουπιά, στους μακρινούς ξύλινους πάγκους ή πάγκους.
Λένε,πως ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος ήταν παντρεμένος, είχε τρία αγόρια και η γυναίκα του ήταν έγκυος στο τέταρτο.Το παιδί αυτό το γέννησε Σάββατο,τον καιρό που θ'αλωνόταν η Πόλη.Γι'αυτό το θεώρησαν κακό σημάδι και έβγαλαν τη φράση.
Οταν η Αθήνα έγινε πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους , άρχισαν να καταφθάνουν ένα σωρό αρχαιοκάπηλοι και πράκτορες εκεί .Οι πράκτορες αυτοί ήταν συνήθως Μαλτέζοι, που είχαν εγκατασταθεί γύρω από την Πύλη του Αδριανού.Για να καλύπτουν,ωστόσο,την πραγματική τους δουλειά, έφερναν με ειδικά σκάφη στον Πειραιά πλάκες,που τις χρησιμοποιούσαν για να καλύπτουν τα κλοπιμαία. Κάποτε έναν απ'αυτούς , το Ντομένικο Τσερούνια, τον έπιασαν να μεταφέρει στο καράβι του μερικές αρχαιότητες σπάνια τέχνης, για να τις πάρει μαζί του και να τις πουλήσει. Αμέσως τότε μερικοί φοιτητές, που τον πήραν είδηση, ανέβηκαν στο πλοίο του τα κάναν γυαλιά-καρφιά. Κατάστρεψαν ακόμα κι αυτες τις πλάκες, που βρίσκονταν εκεί και που ο Τσερόνια δεν είχε προλάβει να τις ξεφορτώσει.
Το “πράσσειν άλογα” δεν είνα πράσινα άλογα όπως πιστεύει πολύς κόσμος αλλά αρχαία ελληνική έκφραση…
Προέρχεται από το ενεργητικό απαρέμφατο του ρήματος πράττω,πράσσειν και του άλογο που,στην ουσία το ουσιαστικό λογική με το α' στερητικό μπροστά.
Στην Κόρινθο γίνονταν δύο πανηγύρια, για εμπόρους απ’ όλο τον κόσμο. Το καθένα είχε διάρκεια ενάμιση μήνα. Όταν την κατέκτησαν οι Φράγκοι, αυτά συνεχίστηκαν. Όσοι συμμετείχαν σ’ αυτά σαν να μην τρέχει τίποτα, έλεγαν, όταν τους ρωτούσαν, που πάνε : « είμαστε για τα πανηγύρια » . Με την πάροδο των χρόνων, βέβαια, άλλαξε σημασία...
Το επτά έπαιξε και παίζει σημαντικό ρόλο στη ζωή του ανθρώπου. Επτά οι ουρανοί , επτά τα θαύματα της αρχαιότητας, επτά τα μυστήρια, επτά οι λόφοι πάνω στους οποίους είχε χτιστεί Κωνσταντινούπολη και ούτω καθεξής.Επειδή,λοιπόν, το επτά έπαιξε τόσο σημαντικό ρόλο στη ζωή του ανθρώπου πολλοί άρχισαν να πιστεύουν ότι ο παράδεισος βρίσκεται στον έβδομο ουρανό και όποιος ζει στον έβδομο ουρανό , ζει ευτυχισμένος.
Στον έβδομο ουρανό
Είμαστε για τα πανηγύρια
Πράσσειν άλογα
Σπάω πλάκα
Σαββατογεννημένος
Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του
Κροκοδείλια δάκρυα
Όταν, κατά την ανάκριση αποδειχθεί
κανείς αθώος παρουσιάζεται στην κοινωνία με λευκό πρόσωπο, ενώ ο
ένοχος είναι μαυροπρόσωπος.
Βγήκε ασπροπρόσωπος
Από τότε που η Ρώμη έγινε πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας εγκαταστάθηκαν σ'αυτή- μόνιμα και μη- μάγισσες <<πουλόντας>> δεισιδαιμονίες. Όπως οι σημερινές μέντιουμ και χαρτορίχτρες είχαν ένα ξόρκι για το μάτιασμα. Είχαν μερικούς ψύλλους που πηδούσαν γύρω από ένα πιάτο με νερό. Αν ο
ψύλλος έπεφτε μέσα στο πιατάκι με το νερό , αυτός που τον μάτιασε ήταν εχθρός.
Αν συνέβαινε το αντίθετο ε το μάτιασμα ήταν
από φίλο, πράγμα και θα περνούσε γρήγορα. Κάποτε μια μάγισσα είπε σ'έναν
πελάτη της ποιος ήταν αυτός που τον μάτιασε (κι ήταν εχθρός του πελάτη της). Τότε εκείνος τον
βρήκε και τον σκότωσε. Έτσι άρχισε μια φοβερή βεντέτα ανάμεσα στις οικογένειές τους και κράτησε για πολλά χρόνια.
Γύρω στο 1821 δεν έλεγαν ότι «το χωριό μου έχει τόσα σπίτια» αλλά «τόσους φούρνους», επειδή κάθε σπίτι είχε και το δικό του φούρνο, για να ψήνει το ψωμί του.Όταν λοιπόν στα χωριά αυτά πέθαινε κανένας νοικοκύρης, οι φίλοι του έλεγαν: «Ο φούρνος του μπάρμπα Νότη γκρέμισε», εννοώντας ότι με το θάνατο το αρχηγού της οικογένειας, το σπίτι του γκρέμιζε.
Σέσουλα λεγόταν παλιά ένα φτυαράκι με το οποίο ο μπακάλης έβγαζε τα όσπρια από κάτι τσουβάλια για να τα δώσει στον πελάτη. Εκεί είχε πολύ μεγάλες ποσότητες τροφίμων από όπου βγήκε κι αυτή η φράση.
Τα πρώτα χρόνια μετά την επανάσταση του 1821 που ένα τμήμα τής Ελλάδος ήταν πλέον ανεξάρτητο κράτος, άρχισε να λειτουργεί κι η Βουλή. Στην οροφή της κρεμόταν ένας αρκετά βαρύς πολυέλαιος, χωρίς ιδιαίτερη αξία. Οι οπλαρχηγοί, οι οποίοι συνήθιζαν να έρχονται στην αίθουσα των συνεδριάσεων αρματωμένοι, όταν «άναβαν τα αίματα», άρχιζαν να πυροβολούν προς το ταβάνι, με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος να πέσει ο πολυέλαιος και να τραυματιστούν οι παρευρισκόμενοι. Οι ψυχραιμότεροι λοιπόν, φώναζαν «Προσέξτε τον πολυέλαιο», οι άλλοι απαντούσαν «Σιγά τον πολυέλαιο!» και έτσι, η έκφραση έμεινε.
Σιγά Τον Πολυέλαιο
Με Τη Σέσουλα
Κάποιος φούρνος θα γκρέμισε
Για ψύλλου πήδημα
Κάθε 15 Μαΐου , οι Ρωμαίοι γιόρταζαν -προς τιμή της Αφροδίτης και το Διονύσου- μ' έναν πολύ τρελό και παράξενο τρόπο.Έπαιζαν <<αβγοπόλεμο>> Κατά τη διάρκεια της γιορτής αυτής όλοι γελούσαν σαν τρελοί.Και κατά έκπληξη όλων μας,στη γιορτή αυτή δεν έπαιρναν μέρος μόνο οι πολίτες που ήταν κατώτερης κοινωνικής θέσης, αλλά και ανώτεροι πολίτες! Ακόμα κι οι αυτοκράτορες!
Η φράση αυτή έχει την αρχή της από μια δηλητηριώδη αράχνη, που τη λένε "μαρμάγκα" και τρώει τα θύματά της. Μαρμάγκα είναι αλλιώς το μικρό σφαλάγγι.
Κατά το Βυζάντιο ήταν τοποθετημένη μία προτομή κεφαλιού λιονταριού ή άλλου θηρίου που είχε το στόμα του διαρκώς ανοιχτό και εκτόξευε "υγρό πυρ" στην πλώρη των πλοίων. Για να μπορούσε λοιπόν το υγρό να τινάζεται μακριά έστελναν στο κεφάλι ,από έναν σωλήνα ,άφθονο αέρα.
Τα μπουρνέζικα είναι γλώσσα φυλής της Σούδας η οποία ήταν στην Ελλάδα μαζί με Τουρκικά στρατεύματα
και φυσικά επειδή κανείς Έλληνας δεν τους καταλάβαινε άρχισαν να λένε πως αυτοί μιλούν Αλά Μπουρνέζικα. Η πρώτη λέξη είναι κάτι σαν το Αλά στα Γαλλικά.
Μου έφυγε το καφάσι
Μιλάει Αλά Μπουρνέζικα
Πήραν τα μυαλά του αέρα
Θα σε φάει η μαρμάγκα
Αβγά σου καθαρίζουνε;
Τα ίδια, Παντελάκη μου, τα ίδια, Παντελή μου
Στα Τούρκικα καφάς θα πει κεφάλι.Έτσι λέμε ότι μου έφυγε το κεφάλι,είτε απ' αυτά που ακούω είτε από τη δύναμη με την οποία μου έδωσαν καρπαζιά.
Ο Παντελής Αστραπογιαννάκης , όταν οι Ενετοί κατάφεραν να κυριεύσουν τη Μεγαλόνησο, πήρε τα βουνά μαζί με μερικούς ακόμα Κριτικούς συμπατριώτες του. Από εκεί κατέβαιναν τις νύχτες και χτυπούσαν τους κατακτητές μέσα στα κάστρα τους. Αλλά η κατάστασή του νησιού αντί να καλυτερεύει, χειροτέρευε. Οι Κρητικοί άρχισαν να απελπίζονται. Όταν, λοιπόν, ο Αστραπογιαννάκης εκείνο παλικάρι πήγαινε να τους μιλήσει, όλοι μαζί του έλεγαν : <<ξέρουμε τι θα πεις. Τα ίδια, Παντελάκη μου, τα ίδια, Παντελή μου >>
Τον έπιασαν στα πράσα
Ο Θεόδωρος Καράς, ηταν αρχηγός συμμορίας των Αθηνών που έκλεβε σπίτια και καταστήματα. Όταν ένα βράδυ πήγαν να κλέψουν έναν παπά τον αντιλήφθηκε, τον έπιασε και τον παρέδωσε στην αστυνομία. Επειδή,λοιπόν, τον έπιασαν στον κήπο του παπά περιτριγυρισμένο από πράσα λέμε αυτή τη φράση.
Από Αγγελική Δ.
Κάνει την πάπια
Και οι τοίχοι έχουν αφτιά
Καβάλησε το καλάμι
1 σχόλια:
Πολύ ωραίο θέμα!:)
Δημοσίευση σχολίου